Αθλήματα

Sports (Αγγλική)

  1. Έννοια
  2. Σπορ
  3. 01. Αθλήματα
  4. Ελληνικά
  5. Jokic Nicola [Σχετιζόμενο Φυσικό Πρόσωπο] | FIBA [Σχετιζόμενο Συλλογικό Όργανο]
      • η ατομική ή ομαδική δραστηριότητα που αποσκοπεί στη γύμναση του σώματος και περιλαμβάνει συχνά τον ανταγωνισμό για την επίτευξη καλύτερων επιδόσεων
      wiktionary
  6. Αθλήματα -- Αίγυπτος -- Τεχνική -- 21ος αιώνας | Αθλήματα -- Αζερμπαϊτζάν -- Εκπαίδευση -- 21 αιώνας | Αθλήματα -- Σερβία -- Ιστορία -- 21 αιώνας